Μητροπολίτης Διονύσιος : Στην εποχή του κορωνοϊού πρέπει και οι Μητροπολίτες να δίνουμε το καλό παράδειγμα

Share


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΑΣ
κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ «ΣΤΑ ΝΕΑ» ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ 5/2/2021
ΣΤΟΝ κ. ΜΑΝΟ ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗ.
Η Εκκλησία δέχθηκε κριτική ως προς το θέμα του ανοίγματος των ναών εν μέσω Πανδημίας αλλά σε μεγάλο βαθμό συμμορφώθηκε με τις υποδείξεις των επιστημόνων. Θα παραχωρούσατε ναούς ή χώρους της Μητρόπολης για να γίνουν εμβολιαστικά κέντρα;
Η Εκκλησία μας σε οικουμενικό και διαθρησκειακό επίπεδο όχι μόνον τήρησε τις υποδείξεις των υπευθύνων λοιμωξιολόγων και των Κυβερνήσεων, αλλά απετέλεσε και τον σπουδαιότερο συνεργάτη και συμπαραστάτη τους καθ’ όλη την διάρκεια της πανδημίας, έως και σήμερα φυσικά. Είναι αστεία αλλά και εκ του πονηρού η γενικότερη συλλογιστική και η κριτική για την Θ. Λειτουργία των Θεοφανείων, η οποία μεθοδεύθηκε και χρησιμοποιήθηκε παραπλανητικά, καθώς πραγματοποιήθηκε όχι από αντίδραση ή από «τσαμπουκά», όπως πολλοί είπαν, αλλά για σοβαρούς πνευματικούς λόγους, που μόνο εάν είσαι Χριστιανός μπορείς να αντιληφθείς. Η συνολική εικόνα της αγαστής συνεργασίας Εκκλησίας-Πολιτείας δεν δύναται να αναιρεθεί από μια στοχευμένη διασπορά ψευδών γεγονότων. Όμως, τολμώ να μπω στον πειρασμό και να πω ότι ακόμα αναμένω, μετά και τις άναρθρες, εκκωφαντικές για τα αυτιά μου, κραυγές και τις από παρελθόντα έτη ψεύτικες και παραπλανητικές εικόνες στην τηλεόραση των προηγούμενων Θεοφανείων, την σίγουρη καταστροφή, που θα επέρχονταν από την τέλεση του Αγιασμού, και τα αποτελέσματα της αύξησης των κρουσμάτων την ημέρα των Θεοφανείων… Όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος της ερωτήσεως, έχω την ευλογία η Παύλειος Ι. Μητρόπολις, που διαποιμαίνω, να διαθέτει στους περισσότερους Ι. Ναούς, ιδίως των μεγάλων πόλεων, αίθουσες που πληρούν τις προϋποθέσεις για να μετατραπούν προσωρινώς σε εμβολιαστικά κέντρα ή ακόμη και σε αίθουσες διδασκαλίας, εάν προκύψει η ανάγκη. Αυτές αλλά και όλοι οι υπόλοιποι χώροι της Ι. Μητροπόλεως Κορίνθου, ακόμη και οι Ι. Ναοί, είναι στην διάθεση των υπευθύνων για τις ανάγκες των συνανθρώπων μας, όπως το πράττουμε και κατά τις γενόμενες αιμοληψίες, που ενεργεί η Ι. Μητρόπολις μας σε συνεργασία με το Γενικό Νοσοκομείο Κορίνθου.
-Πώς είναι η ζωή ενός Μητροπολίτη κατά τη διάρκεια του κορωνοϊού; Συνεχίζετε τους περιπάτους που τόσο αγαπάτε;
Η καθημερινότητα όλου του πλανήτη άλλαξε δραματικά με την έλευση του φονικού ιού. Οι Ιεράρχες, όπως όλοι οι άνθρωποι, αποτελούμε αρμονικά μέλη του συνόλου και επιβάλλεται να προσαρμοζόμαστε στην καθημερινότητα. Ο Επίσκοπος και δη ο Μητροπολίτης έχει, εκ Θεού, την ευθύνη να φροντίζει το Ποίμνιο του και να ζει μαζί και μέσα σ’ αυτό, ιδιαιτέρως σε ζοφερές περιόδους, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα. Επομένως, η ζωή του, η λειτουργική και ατομική του προσευχή, η αλληλεγγύη και η ανακούφιση των όποιων αναγκών (υλικών και πνευματικών, καίτοι για τις υλικές δυσκολευόμεθα ιδιαιτέρως, ένεκα των μέτρων προστασίας για την εξάπλωση του covid-19, αφού το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα οι Ι. Ναοί μας λειτουργούσαν άνευ της παρουσίας και της συμμετοχής των Πιστών) των Χριστιανών του είναι το μοναδικό μέλημα του αυτή την δεδομένη στιγμή. Έχουμε χρόνο για περιπάτους, επικοινωνίες και ποιμαντικές περιοδείες αργότερα. Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι πρέπει να δίδουμε και το καλό παράδειγμα.
-Έχετε εργαστεί για τη νεολαία και στην Εύβοια, στο παρελθόν, αλλά και στη Μητρόπολη της Κορίνθου με δράσεις για την πρόληψη από τα ναρκωτικά. Ποια είναι τώρα η ανησυχία σας για τους νέους;
Η Εκκλησία μας πάντοτε είχε όνειρα και πάντοτε έτρεφε σπουδαίες ελπίδες για τα παιδιά μας. Υπό αυτό το πρίσμα ένα μεγάλο μέρος της ποιμαντικής ευθύνης μας αναλώνεται καθημερινώς στους νέους μας. Πρόκειται για μια διαχρονική σχέση 2.000 ετών, οπότε και η ταπεινότης μου, όπως και οι συνεπίσκοποί μου, ως ελάχιστο κομμάτι αυτού του συνόλου, εκδαπανόμεθα, με όσες δυνάμεις μας έχει χαρίσει ο Θεός, στην διαποίμανση, στην νουθεσία, στην ουσιαστική βοήθεια και στην εκδήλωση της αγάπης προς τα πολυαγάπητά μας παιδιά. Μερικές από τις δράσεις μας γι’ αυτά (άλλες μόνιμες, άλλες περιστασιακές) είναι οι Υποτροφίες, οι Προικοδοτήσεις, η Σχολή Γονέων, η Σχολή Αγιογραφίας, η Σχολή Βυζαντινής Μουσικής, οι υψηλού επιστημονικού επιπέδου Ομιλίες, οι Αιμοδοσίες, τα Συσσίτια, οι προσφορές στους εξαρτημένους από ουσίες, στους μετανάστες, στους πρόσφυγες, στους νεαρούς φυλακισμένους. Επιπρόσθετα, μεγάλο μέρος των Κατηχητικών Σχολείων μας, που τόσο μεγάλη ανάγκη τα έχουμε σήμερα, καθώς «δαιμονοποιείται» η καθημερινή ζωή ανεξέλεγκτα, προσπαθούμε και τα λειτουργούμε διαδικτυακά, όπως τελούνται οι περισσότερες μαθησιακές δραστηριότητες σε όλο τον κόσμο, για την πνευματική οικοδομή των ψυχών των παιδιών μας. Όμως, τολμώ να πω ότι σήμερα, έτσι επικίνδυνα, όπως έχουν διαμορφωθεί οι κοινωνικές ισορροπίες και όπως θεόπνευστα έλεγε ένας από τους σύγχρονους Άγιους της εποχής μας, προτιμότερο από το να μιλήσουμε στα παιδιά για τον Θεό είναι να μιλήσουμε στον Θεό για τα παιδιά. Η προσευχή και η αναγκαιότητα να καταστούν υπό την σκέπη Του και την Θεία Του πρόνοια είναι το μείζον στην εποχή μας. Εγώ τουλάχιστον μυστικά αυτό πράττω καθημερινά και δημόσια και ιδιωτικά.
-Διανύουμε την επετειακή χρονιά των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Γιατί η Εκκλησία δίνει τόσο μεγάλο βάρος με ειδικές εκδηλώσεις;
Η Επανάσταση έγινε «για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία»! Ο Αγώνας καίτοι Εθνικοαπελευθερωτικός ήταν πρωτίστως υπέρ «Βωμών». Διανύσαμε αισίως 200 χρόνια για ν’ αρχίσουμε να πλαστογραφούμε την ίδια την Ιστορία μας και την διαχρονική προσφορά της Εκκλησίας μας. Ευτυχώς την συνεισφορά Της στον Αγώνα δεν μπορούμε να την αμφισβητήσουμε, γιατί αυτή κατοχυρώθηκε με αίμα και μοναδικές θυσίες απόλυτα συντεταγμένη με την Πίστη μας, στ’ όνομα της οποίας εξεγερθήκαμε. Και σήμερα φτάσαμε στο σημείο να απαλείφουμε τον Σταυρό από το επίσημο λογότυπο του εορτασμού της συμβολικής επετείου των 200 χρόνων από την Επανάσταση, αφού πρώτα τον βγάλαμε από τη Σημαία μας και αποκαθηλώσαμε τις Εικόνες μας, αυτές τις ίδιες που προσκυνήσαμε πριν πολεμήσουμε και κατεβάσαμε ακόμη και τα γιαταγάνια μας από τους τοίχους, ίσως από ντροπή, που καταφέραμε να ελευθερωθούμε… Η Ορθόδοξη Ελλαδική Εκκλησία φέρει στους ώμους Της διαχρονικά το βάρος της διατήρησης, της ενημέρωσης και της απόδοσης των τιμών στους Ήρωες και στους Αγωνιστές του 1821, που στην Ελλάδα δεν είναι μόνο Εθνομάρτυρες αλλά και Νεοχριστομάρτυρες. Είτε το κάνει συντεταγμένα με την Πολιτεία είτε μόνη της είναι το ίδιο και το αυτό, είναι το αιώνιο χρέος της.
-Είστε ικανοποιημένος από την προσέλευση πιστών στους ναούς και γενικά από τη συμμετοχή τους στην Εκκλησία;
Έχω την μεγίστη ευλογία να διαποιμαίνω έναν λαό φιλόχριστο και φιλακόλουθο. Οι Εκκλησίες μας ήταν πάντοτε γεμάτες προ πανδημίας ακόμη και σε ομολογουμένως δύσκολες εποχές. Καθιερώσαμε Ι. Αγρυπνίες, Ακολουθίες με ιδιαίτερα Τυπικά, ποικίλες Εκδηλώσεις, πάντοτε με επιτυχία και πάντοτε πλήρεις με την Χάρη του Θεού και του Ιδρυτού της Εκκλησίας μας Αποστόλου Παύλου. Τώρα όμως, δεν μας έφθανε η πανδημία με τα εξοντωτικά της μέτρα, μας προέκυψε και η στρατευμένη αθεΐα με την μονταζιέρα της, τα «fake news» της, τις κατευθυνόμενες «δημοσκοπήσεις» και τις βλασφημίες για την Θ. Κοινωνία. Όμως, προς «κέντρα λακτίζουν» διότι ο Λαός με το μοναδικό και απαράμιλλο κριτικό ένστικτο του τους αγνοεί επιδεικτικά και ζητά, όπως πάντοτε, την βοήθεια του Θεού!
-Τι πρέπει να αλλάξει στην Εκκλησία σήμερα;
Μεγάλη συζήτηση αυτή με χιλιάδες προτάσεις και απότοκα. Ακούγεται εύλογο και δελεαστικό συνάμα το χιλιοειπωμένο «όλος ο κόσμος πάει μπροστά και η Εκκλησία παραμένει αγκυλωμένη στις παραδόσεις και στα κεκτημένα της». Ακόμη και στον χώρο μας υπάρχουν θιασώτες της απόψεως αυτής με στρογγυλεύσεις, άλλοτε αυθαίρετες, άλλοτε ευλογοφανείς, άλλοτε βλάσφημες και αιρετικές.
Άραγε οι παραδόσεις είναι τόσο κακές;
Οι αλλαγές γιατί είναι επιβεβλημένες, εάν δεν οδηγούν προς το καλύτερο;
Και στην περίπτωσή μας ποιο είναι το καλύτερο;
Έχω επανειλημμένως δηλώσει ότι η Εκκλησία μας καταγράφει 2.000 έτη σοφίας, αγιότητος και σωτηρίας. Σ’ αυτές τις δύο χιλιετίες αντιμετώπισε όλων των ειδών τις προκλήσεις, πάντοτε επιτυχώς και προς δόξαν Θεού. Σε θέματα δογματικά, λειτουργικά, πίστεως, και «φιλοσοφίας» οι αλλαγές στα μάτια τα δικά μου φαντάζουν ουτοπικές. Εάν θέλουμε πραγματικά να βελτιώσουμε την πρόσληψη του Θεού από την κοινωνία μας, τότε οφείλουμε να αναζητήσουμε τις όποιες αλλαγές στην εναρμόνιση της Εκκλησιαστικής ζωής με το σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι και να μεταδώσουμε με όσο το δυνατόν πιο φρέσκους τρόπους τον Χριστό, το Ευαγγέλιο, τους Πατέρες μας, τις ρίζες της Πίστεώς μας στα παιδιά μας.
-Όριο ηλικίας στους μητροπολίτες;
Ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος αποτελεί ένα από τα πιο πλήρη πρακτικά και «όμορφα» νομικά κείμενα του Κράτους μας. Εκεί περιγράφονται άρτια και πληρέστατα όλες οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται, ώστε να έχει η Εκκλησία την αυτοδυναμία της, το αυτοδιοίκητό της και να μην παρεμβαίνει στα θέματα του «Καίσαρος», ούτε και ο «Καίσαρας» στα ιδικά της. Να υπάρχει δηλαδή συναλληλία. Ο νομοθέτης, με βάση τους Ι. Κανόνες και το Ευαγγέλιο, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, πολύ σοφά έχει καλύψει όλες τις παραμέτρους για την εύρυθμη λειτουργία των Μητροπόλεων, για την αγαστή συνεργασία τους με τους υπολοίπους φορείς και για το πότε παραμένει ένας Μητροπολίτης στον «θρόνο» του ή όχι. Το μόνο που μένει λοιπόν είναι η τήρηση του. Από την πλευρά μου πιστεύω πολύ στον θεσμό των με αρμοδιότητες «Βοηθών Επισκόπων». Αποτελεί μια σπουδαία λύση στην ευλογημένη διαποίμανση του λαού μας, αν φυσικά αντιλαμβάνονται όλα τα μέρη τον εκ Θεού δοσμένο ρόλο τους. Με αμοιβαίο σεβασμό και κατανόηση των διακριτών ρόλων μόνο καλά μπορούν να προκύψουν απ’ αυτή την ιερή σχέση. Και έτσι καλύπτεται και η από πολλούς προβληματική ισοβιότητα γηραιών Μητροπολιτών στην Ιεραρχία, αφού η ενέργεια, η ζωντάνια και το εκκλησιαστικό φρόνημα του νεαρού Βοηθού Επισκόπου θα έρχεται να συνδράμει αγαπητικά την σοφία και την εμπειρία του γηραιού Μητροπολίτου προς δόξαν Θεού και προκοπή της Εκκλησίας! Ταυτόχρονα, ο υπερπλήρης Κατάλογος των προς Αρχιερατείαν Υποψηφίων (ο αριθμός του οποίου υπερβαίνει τους 500, ενώ τα κενά παραμένουν ελάχιστα) θα μειωθεί ικανοποιητικά ελαττώνοντας τους «διαγκωνισμούς» και τα παράπονα των υποψηφίων. Να ολοκληρώσω ότι, ως κληρικός, που φέρω επί πενήντα (50) έτη το τίμιο ράσο, πρόλαβα τέσσερεις (4) Αρχιεπισκόπους στο πηδάλιο της Εκκλησίας μας, που παρ’ όλες τις αρχικές δηλώσεις τους, περί αλλαγής του τρόπου εκλογής και αποχωρήσεως των Αρχιερέων, κανείς στο τέλος δεν το επεχείρησε. Θεωρώ ότι ίσως αυτό είναι το πλέον ενδεικτικό.